- ενδοκρινολογία
- Κλάδος της ιατρικής που μελετά τη φυσιολογία και την παθολογία των ενδοκρινών αδένων και των εκκρίσεών τους, των λεγόμενων ορμονών.
Η ανάπτυξη της ε. είναι μάλλον πρόσφατη· οι ενδοκρινείς αδένες αναγνωρίστηκαν μόλις στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. (Γιοχάνες Μίλερ, 1801-1858). Η πρώτη απόδειξη της δράσης τους παρουσιάστηκε το 1849 με τον ευνουχισμό πετεινών, ενώ η πρώτη νόσος για την οποία αποδείχτηκε η εξάρτησή της από βλάβη ενδοκρινούς αδένα, υπήρξε η νόσος του Άντισον (Τόμας Άντισον, 1791-1860). Το μεγαλύτερο μέρος των ενδοκρινοπαθειών αναγνωρίστηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι. και στις πρώτες του 20ού, ενώ συγχρόνως προόδευσαν οι γνώσεις για τη φυσιολογία των ορμονών. Οι πρώτες ορμόνες που απομονώθηκαν ήταν η αδρεναλίνη (1898) και η θυροξίνη (1914). Από τότε σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος: μεταξύ των τελευταίων κατακτήσεων της ε., αναφέρεται η σύνθεση και η χρησιμοποίηση στη θεραπευτική της κορτιζόνης και των παραγώγων της.
ενδοκρινικό σύστημα. Οι κύριοι ενδοκρινείς αδένες του ανθρώπου είναι η υπόφυση, ο θυρεοειδής, οι παραθυρεοειδείς, ο θύμος, τα επινεφρίδια, οι γεννητικοί αδένες και η ενδοκρινής μοίρα του παγκρέατος· αμφισβητείται η εκκριτική δραστηριότητα της επίφυσης, αν και οι περισσότεροι την αποδέχονται, ενώ έχει αποκαλυφθεί η ενδοκρινική λειτουργία ορισμένων διάσπαρτων κυττάρων του εντέρου, του ήπατος, των αγγείων και των νεύρων. Στους ενδοκρινείς αδένες, όπως και στο νευρικό σύστημα, οφείλεται μεγάλο μέρος των γενικών ρυθμιστικών λειτουργιών του οργανισμού μας. Οι ορμόνες ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, τις διεργασίες της αύξησης, της θρέψης και της παραγωγής ενέργειας, τη σεξουαλική διαφοροποίηση και λειτουργία και τις γενικές αντιδράσεις άμυνας, επηρεάζοντας έτσι όλες τις δραστηριότητές μας, ακόμα και τις ψυχικές. Χαρακτηριστικό των ενδοκρινών αδένων είναι η λειτουργική αλληλεξάρτησή τους καθώς και η στενή λειτουργική τους σχέση με το νευρικό σύστημα. Η υπόφυση, για παράδειγμα, εκκρίνει σειρά ορμονών, οι οποίες ρυθμίζουν την ανάπτυξη και τη λειτουργία των άλλων ενδοκρινών αδένων· όταν οι ορμόνες, που εκκρίνονται υπό την επήρεια της υπόφυσης, φτάσουν μια ορισμένη στάθμη στο αίμα, δρουν ανασταλτικά στις εκκρίσεις της υπόφυσης, με συνέπεια την αναστολή και της δικής τους έκκρισης σε έναν δεύτερο χρόνο· ωστόσο, η μείωση της στάθμης τους στο αίμα που επακολουθεί προκαλεί πάλι την έκκριση από την υπόφυση. Ένα σαφές παράδειγμα των σχέσεων των ενδοκρινών αδένων με το νευρικό σύστημα είναι εκείνο των αντιδράσεων που ακολουθούν το συναίσθημα του φόβου, ψυχικού ερεθίσματος που προκαλεί εκφόρτωση αδρεναλίνης από τη μυελώδη μοίρα των επινεφριδίων, με επακόλουθο τη διέγερση της υπόφυσης και, με τη βοήθειά της, του θυρεοειδούς, του φλοιού των επινεφριδίων και του παγκρέατος. Η ανάπτυξη του κλάδου της ηλεκτροφυσιολογίας και της νευροενδοκρινολογίας και οι πρόοδοι στη μελέτη του γονιδιώματος έδωσαν σημαντική ώθηση στην κατανόηση της παθογένειας των νόσων των ενδοκρινών αδένων, όπως του σακχαρώδη διαβήτη, καθώς και στη θεραπευτική τους προσέγγιση.
Η παθολογία των ενδοκρινών αδένων περιλαμβάνει παθολογικές εικόνες που οφείλονται σε υπερλειτουργία ή υπολειτουργία τους. Παραδείγματα παθολογικών καταστάσεων από υπερβολική έκκριση ορμονών είναι η νόσος του Μπάζεντοφ (υπερλειτουργία του θυρεοειδούς) και το σύνδρομο του Κάσινγκ (υπερλειτουργία του φλοιού των επινεφριδίων)· παράδειγμα υπολειτουργίας ενδοκρινών αδένων είναι το μυξοίδημα (υποθυρεοειδισμός) και η νόσος του Άντισον(ανεπάρκεια του φλοιού των επινεφριδίων). Οι ενδοκρινείς αδένες συμμετέχουν, με τις πολλαπλές λειτουργίες τους, σε πλήθος παθολογικών καταστάσεων, που δεν πλήττουν πρωτοπαθώς αυτούς τους ίδιους. Σε παθολογική λειτουργία των ενδοκρινών αδένων αποδίδεται, από ορισμένες σχολές, η παθογένεια διαφόρων νόσων, όπως το βρογχικό άσθμα, ορισμένες παθήσεις του κολλαγόνου και περιπτώσεις αρτηριακής υπέρτασης κ.ά.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΝΔΟΚΡΙΝΩΝ ΑΔΕΝΩΝ
* * *ηη επιστήμη που ασχολείται με τη σπουδή τών ενδοκρινών αδένων.
Dictionary of Greek. 2013.